- στεριφώτερα
- στέριφοςfirmneut nom/voc/acc comp pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
στεριφωτέρας — στεριφωτέρᾱς , στέριφος firm fem acc comp pl στεριφωτέρᾱς , στέριφος firm fem gen comp sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)